Μανώλης Ανδρόνικος – Πως έγινα Αρχαιολόγος

Ένας «παράξενος δάσκαλος» και η χορευτική έκφραση μιας κοπέλας οδήγησαν τον Μανόλη Ανδρόνικο στο μονοπάτι της αρ χαιολογίας, όπως ομολογούσε ο ίδιος στις 5 Μαίου 1982  στο τηλεοπτικό «Μονόγραμμα», αυτοβιογραφούμενος.
«Τον πρώτο χρόνο στο πανεπιστήμιο άκουσα όλους τους καθηγητές που είχα τότε. τον Κακριδή. τον Θεοδωρακόπου­λο. τον Αποστολάκη, τον Θεοδωρίδη. Αλ λά ανάμεσα σ όλους ήταν ένας παράξε νος. θα λεγα. δάσκαλος ο Ρωμαίος. Ήταν κακός ομιλητής, δεν ήταν όμορφος, δεν εΐχε τίποτα εξωτερικά γοητευτικό. Αλλά μέσα από τη δυσκολία του λόγου του και τη μονότονη θα έλεγα διδασκαλία του, σου κάρςωνε ορισμένα πράγματα. Μας δίδασκε για τους Κούρους, κάτι που δεν το ήξερα καθόλου.
»Παράλληλα, ήρθε μια άλλη περίεργη σύμπτωση: Ένας συμφοιτητής και φίλος μου. ο θηστέρης ο Γιώργος, ήταν αρρα­βωνιασμένος με μια κοπέλα που ήταν χο ρεύτρια κλασικού χορού. Καθώς μια μέρα μελετούσαμε με τον Γιώργο στα εκμαγεία και ήρθε να τον πάρει, μας είπε τι πόνο έχει το χέρι του γλύπτη και μας ξήγησε με το ίδιο της το κορμί τι σημαίνει χαρά. πόνος. λύπη. ενθουσιασμός. Μας τα έδει ξε και στα αρχαία αγάλματα. Αυτή η πε ρίεργη συγκυρία μ’ έκανε να βλέπω με άλλο μάτι και τα αρχαία αγάλματα και να ακούω και με άλλο αυτί τη διδασκαλία του Ρωμαίου. Ακόμη μια συγκυρία, ήταν ότι ο Ρωμαίος από την πρώτη κιόλας χρονιά με πήρε μαζί του στην ανασκαφή της Βεργί νας. Αυτό μπορώ να πω ότι σφράγισε τη ζωή μου.
«Τελείωσα το πανεπιστήμιο το 1941. Από το 1918 ιας τότε με το δάσκαλο μου, τον Ρωμαίο, πηγαίναμε στη Βεργίνα στην ανασκαφή του ανακτόρου δύο φορές το χρόνο. Αυτές ήταν οι πλάτες αρχαιολογι κές μου εμπειρίες, μαζι με τις εμπειρίες που είχα και από τη διδασκαλία του στο πανεπιστήμιο, αλλά και από όσα μας έλεγε στα ξενύχτια που κάναμε στο μικρό προσ φυγικό σπίτι της Βεργίνας, όπου έμενε».
Καθηγητής στο γυμνάσιο
Οταν το 1945 γύρισε στη θεσσαλονίκη από τη Μέση Ανατολή, βρήκε δουλειά στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια «Σχοινά».
• Ήταν μια ωραία εμπειρία για μένα. Είχα καλά παιδιά, μαθήτριες – ήταν γυ μνάσιο θηλέων- και θυμούμαι με συγκίνη ση που μπόρεσα και δίδαξα όπως ήθελα και τα αρχαία ελληνικά και τα νια ελληνι κά. Και έτσι αισθάνομαι μια ικανοποίηση, όταν θυμάμαι ότι το 1946 πρωτοδιδαξα τον Ελύτη. Το ·’ Ασθμα πένθιμον και ηρωικό», που μόλις γύρισα από τη Μέση Ανατολή το είχα βρει στο Τετράδιον Δεύ τερον. Δίδαξα και Σεφέρη και “Ερωτόκριτο~ και άλλη ποίηση την οποία πάντα αγαπούσα».
Με υποτροφία ο Μανόλης Ανδρόνικος πήγε στο Λονδίνο το 1954-55 Και εκεί είχε «μια δεύτερη μεγάλη τύχη- vu έχει έναν μεγάλο δάσκαλο, τον σερ Τζον Μπίσλεϊ. που «ήταν ο μεγαλύτερος αρχαιολόγος ασφαλώς, του 20ού αιώνα, αλλά ίσως και όλων των εποχών».
«Επρόκειτο για μια μεγαλοφυία και είχε όπως και ο άλλος μου δάσκαλος μια αλη θινή σοφία, ήταν απλός άνθρωπος, βαθύ τατα στοχαστικός και φοβερά ευαίσθητος. Πέρα από την αρχαιολογία, ήξερε φιλολο γία. ποίηση παγκόσμια. αγαπούσε την Ελ λάδα»
Ο γάμος με την Όλια
Αναφορά όμως έκανε ο Έλληνας αρ χαιολόγος και στη σύζυγο του.
•Στη σχολή ~Σχοινά είχα μιαν άλλη τύχη. Γνώρισα τη γυναίκα μου. την Όλια. η οποία μου παραστάθηκε πάρα πολύ σε όλη την ανασκαφική προσπάθεια, γιατί μοιράστηκε μαζί μου τις ταλαιπωρίες. τουλάχιστον τις ταλαιπωρίες των πρώτων χρόνων που ήταν πολύ μεγάλες. Υπάρχει και μια ακόμα σύμπτωση, ότι διορίστηκα στην Αοχαιολογική Υπηρεσία αμέσως με τά το γάμο μου».
Η τελευταία αναφορά του Μανόλη Αν δρόνικου (από το ανέκδοτο υλικό του «Μονογράμματος») ήταν στη παιδευτική του εργασία, στη θεσσαλονίκη: «Η δου λειά μου στο πανεπιστήμιο είναι το ίδιο γοητευτική, όσο και η ερευνητική δουλειά στην ανασκαφή και η άλλη ερευνητική δουλειά. Με πολύ ικανοποίηση βλέπω κά θε τόσο τους παλιούς μου μαθητές να μπαίνουν στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και προπάντων να προχωρούν σε αυτόνο μη ερευνητική εργασία».
Τα Νέα, 31 Μαρτίου 1992