094 504297 |
Πρόλογος
Πλησιάζουν δεκαπέντε χρόνια από τότε που κοιμήθηκε ο αείμνηστος Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρός Καλλίνικος, και η παρουσία του παραμένει νωπή όχι μόνο στην δική μου μνήμη, αλλά και στην μνήμη των ανθρώπων που τον γνώρισαν και τον αγάπησαν, γιατί πράγματι υπήρξε ένας άξιος Ιεράρχης που κόσμησε την Εκκλησία του Χριστού.
Η βιογραφία του που ακολουθεί μαζί με την εισαγωγή γράφηκαν πριν από επτά χρόνια, και συγκεκριμένα το έτος 1992, όταν υπηρετούσα ακόμη ως Ιεροκήρυκας και Διευθυντής Νεότητος στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, αλλά μόλις τώρα ήλθε ο καιρός να δημοσιευθή.
Στην εποχή μας τιμώνται ιερομόναχοι και μοναχοί, οι οποίοι θυσίασαν τα πάντα και αφιερώθηκαν ολοκληρωτικά στον Θεό. Καί, βέβαια, αυτό είναι χρέος μας. Έτσι, τελευταία κοιμήθηκαν οσιακές μορφές αγίων μοναχών, οι οποίες προκάλεσαν μεγάλη εντύπωση στον λαό, γιατί ο τρόπος ζωής τους, η θεοφιλής πολιτεία τους, ο προφητικός λόγος που εξερχόταν από τα χείλη τους, και ο τρόπος της κοιμήσεώς τους απέδειξαν την παρουσία του Θεού στην εποχή μας, αφού, άλλωστε, κάθε άγιος είναι έργο της αγάπης του Θεού.
Παρατηρώ, όμως, ότι δεν τιμώνται εξ ίσου Αρχιερείς οι οποίοι αγάπησαν κατά τον ίδιο τρόπο τον Θεό και τον λαό και εξαγιάσθηκαν ολοκληρωτικά στην σταυρική ποιμαντική τους διακονία. Νομίζω ότι αυτό είναι συνάρτηση μερικών απωθημένων βιωμάτων που καλλιεργήθηκαν από διάφορους παράγοντες στον λαό και από μια αντίδραση έναντι των Επισκόπων, που τους ταυτίζουν με την εξουσία, ωσάν η αρχιερατική διακονία να είναι ξένη προς το πολίτευμα της Εκκλησίας. Ίσως να υπάρχουν και μερικές αφορμές που δίνονται από την πλευρά των Επισκόπων. Όμως όταν επαινούνται μόνο άγιοι μοναχοί και παραθεωρούνται άγιοι Επίσκοποι, τότε πιστεύω ότι βρισκόμαστε μπροστά σε εκκλησιολογικά μονοφυσιτίζουσες καταστάσεις.
Τα όσα ακολουθούν θα αποδείξουν ότι το πνεύμα του Θεού "όπου θέλει πνεί", εξαγιάζει μοναχούς και επισκόπους, λαϊκούς και κληρικούς, άνδρες και γυναίκες, μικρά παιδιά και ηλικιωμένους. Κανείς δεν μπορεί να αποκλεισθή από το σωτηριολογικό έργο της Εκκλησίας.
Μεταξύ των Αρχιερέων που λάμπρυναν το στερέωμα της Εκκλησίας, των οποίων την εξαγιασμένη ύπαρξη δυστυχώς οι Χριστιανοί παραθεωρούν, συγκαταλέγεται και ο αείμνηστος Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρός Καλλίνικος, στον οποίο αναφέρεται η βιογραφία αυτή. Έγραψαν πολλά γι’ αυτόν. Του έδωσαν πολλούς χαρακτηρισμούς, μεταξύ των οποίων και τους ακολούθους: "Κόσμημα της Εκκλησίας", "μιά οσιακή μορφή της Εκκλησίας", "ο γλυκύς και ευγενικός Επίσκοπος", "διάφανος και αέρινος ιεράρχης", "τύπος αληθινού ποιμένος", "ένας χαρισματικός ηγέτης", "έμψυχο θυσιαστήριο", "μάρτυς ο πιστός" κλπ.
Η ανάλυση της βιογραφίας του οσίου και ασκητού επισκόπου Καλλινίκου είναι αυθεντική και αληθινή. Δεν υπάρχει τίποτε το υπερβολικό, αφού όλα στηρίζονται σε μαρτυρίες από δικά του κείμενα, αλλά και από αναμνήσεις των προσώπων που συνδέθηκαν μαζί του και τον αγάπησαν πολύ. Ακόμη, τα κείμενα που ακολουθούν πιθανόν να δημιουργήσουν και ενοχές σε ανθρώπους που τον γνώριζαν αλλά δεν μπόρεσαν να τον καταλάβουν. Και αυτό γιατί ο αείμνηστος ήταν μια εξαγιασμένη ύπαρξη και είχε ένα καταπληκτικό και απύθμενο πνευματικό βάθος, το οποίο όλοι οσφραίνονταν, αλλά δεν μπορούσαν να αντιληφθούν όλες τις υπέροχες πτυχές της προσωπικότητός του. Μερικοί που διάβασαν το βιβλίο αυτό πριν κυκλοφορήση αισθάνθηκαν θλίψη γιατί δεν μπόρεσαν να τον εκτιμήσουν τόσο όσο ζούσε.
Το βιβλίο αυτό είναι καρπός μαρτυρίας και ομολογίας, σύμφωνα με τον λόγο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: "Ου γαρ πλείων η συνουσία, πλείων και η πείρα, ου δε η πείρα δαψιλεστέρα, και η μαρτυρία τελειοτέρα".
Δοξάζω τον Θεό γιατί αναδεικνύει τέτοιους οσίους και ασκητάς Επισκόπους και στην εποχή μας που συναγωνίζονται τους ερημίτας και ασκητάς στην άσκηση και την αγάπη προς Αυτόν. Δοξάζω τον Θεό "τόν δόντα εξουσίαν τοιαύτην τοις ανθρώποις" (Ματθ. θ', 8).
Έγραφα στην Ναύπακτο την 23η Φεβρουαρίου 1998, μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Πολυκάρπου, Επισκόπου Σμύρνης
Εισαγωγή
Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Εδέσσης Πέλλης και Αλμωπίας κυρός Καλλίνικος, τον οποίο είχα την μεγάλη ευλογία από τον Θεό να έχω πνευματικό πατέρα, από τα τίμια χέρια του οποίου έλαβα την ιερωσύνη και ο οποίος με εισήγαγε στην εκκλησιαστική ζωή, υπήρξε, κατά κοινή ομολογία, ένας δημιουργικός και αθόρυβος Ιεράρχης. Επειδή ήταν αθόρυβος, γι’ αυτό και ήταν δημιουργικός.
Απέφευγε πολύ την διαφήμιση. Ενώ έπραττε ένα αξιόλογο και σπουδαίο έργο, εν τούτοις ήθελε να το κρατά στην αφάνεια, κυρίως ήθελε να κρύπτη τον εαυτό του. Μπορώ να προσθέσω ότι θεωρούσε μεγάλη αμαρτία την προβολή, πολύ δε περισσότερο την αυτοπροβολή.
Μετά την κοίμησή του βρήκα στο προσωπικό του αρχείο μερικές αποδείξεις αυτού του μεγάλου χαρίσματός του. Πρόκειται για τέσσερεις επιστολές του, που έστειλε ως απαντήσεις και με τις οποίες αρνείται να στείλη τα βιογραφικά του στοιχεία για να δημοσιευθούν σε διάφορα λεξικά.
Τον Μάϊο του 1974 ένα αγαπητό του πρόσωπο τον "πίεζε" να του στείλη τα βιογραφικά του στοιχεία, ώστε εκείνος να γράψη άρθρο για να δημοσιευθή στην "Αιτωλοακαρνανική και Ευρυτανική Εγκυκλοπαίδεια". Η απάντησή του ήταν αρνητική.
"Το αίτημά σας με φέρει εις πολύ δύσκολον θέσιν και εις αντίθεσιν με την εξής αρχήν:
Καθήκον όλων μας είναι να τιμώμεν και να προβάλωμεν τους διακριθέντας ή έστω και απλώς τιμηθέντας δια τινος αξιώματος. Αλλά φρονώ, ότι η προβολή θα γίνεται μετά την σταδιοδρομίαν του τιμηθέντος, διότι πολλοί καλώς ήρχισαν, αλλά δεν ετελείωσαν καλώς. Ξεύρετε πόσον σάς αγαπώ και αξίζητε της αγάπης. Παρακαλώ θερμώς μη επιμείνητε να σάς στείλω στοιχεία της βιογραφίας μου.
Να δώση ο Θεός να τελειώσωμεν το έργον μας και βλέπομεν".
Τον Νοέμβριο του 1974 λαμβάνει επιστολή από το βιογραφικό λεξικό προσωπικοτήτων έήή’ι έήή, δια της οποίας παρακαλείται να αποστείλη μερικά συγκεκριμένα στοιχεία καθώς επίσης και φωτογραφία για να συμπεριληφθή στο λεξικό που ετοιμαζόταν. Φυσικά, δεν ανταποκρίθηκε και σε αυτήν την επιστολή. Πρέπει δέ, με την ευκαιρία αυτή, να σημειώσουμε ότι δεν έβγαλε ως Επίσκοπος καμμία φωτογραφία, εκτός από εκείνες που χρειαζόταν για την ταυτότητα και για την αποστολή στην Ιερά Σύνοδο. Η απάντηση έχει ως εξής:
"Παρακαλώ να μοι επιτρέψητε, όπως μη αποστείλω βιογραφικά στοιχεία, διότι έχω την γνώμην, ότι τοιαύτα στοιχεία υποβάλλονται προς κατάληψιν θέσεώς τινος.
Όσοι ετίμησαν το αξίωμα και όχι όσοι απλώς το έλαβον θα πρέπη να τιμώνται μετά την αποχώρησιν εκ της ενεργού υπηρεσίας. Η Αγία Γραφή λέγει "εγκωμιαζέτω σε ο πέλας και μη το σόν στόμα".
Παρακαλών να τύχω συγγνώμης,
διατελώ μετ’ ευχών και αγάπης εν Κυρίω".
Τον Απρίλιο του 1978 έλαβε μία επιστολή από τον Εκδοτικό Οργανισμό Πάπυρος, ο οποίος με την συνεργασία του οίκου άήίήίιι, προετοίμαζε την έκδοση της "Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας Πάπυρος-Λαρούς", για να στείλη την βιογραφία του προκειμένου να δημοσιευθή εκεί. Μεταξύ των άλλων έγραφε: "Η επιτροπή συντάξεως της Εγκυκλοπαιδείας επιθυμεί να συμπεριλάβει την βιογραφία σας σ’ αυτή την έκδοση, γι’ αυτό σάς παρακαλεί να αποστείλετε τα βιογραφικά σας στοιχεία".
Απαντώντας ο Μακαριστός Ιεράρχης στην αρχή υπογράμμισε ότι κάθε άνθρωπος γράφει ιστορία οποιαδήποτε θέση και αν κατέχη. Μάλιστα έλεγε ότι "είναι δυνατόν να είναι μεγάλος, κάποιος κατά κόσμον άσημος, ενώ άλλοι με υψηλότατα αξιώματα έφυγον από τον κόσμον αυτόν, χωρίς ίχνη φωτεινά διαβάσεως".
Και μετά από αυτά έγραφε χαρακτηριστικά:
"Σκέπτομαι, λοιπόν, ότι, εφ’ όσον ήδη γράφω ιστορίαν και δεν την ετελείωσα, θα πρέπη να μη ομιλήσω περί του εαυτού μου. Εάν με αξιώση ο Θεός να γράψω φωτεινήν ιστορίαν, ας ασχοληθούν με εμέ άλλοι.
Παρακαλώ με συγχωρήτε δια τα ανωτέρω".
Το 1983 τον πληροφορούσαν ότι εξέδωσαν ένα βιβλίο με τίτλο "Προσωπικότητες του Ιερού κλήρου Β. Ν. Αμερικής και Ελλάδος" και ότι σε αυτήν την έκδοση, χωρίς να τον ρωτήσουν, συμπεριέλαβαν και την βιογραφία του. Η απάντησή του ήταν αποκαλυπτική:
"Παρακαλώ να μοι επιτρέψητε να θέσω υπ’ όψιν σας τα κάτωθι:
Πάς άνθρωπος είναι προσωπικότης, διότι είναι εικών Θεού.
Προσωπικότης συνήθως ονομάζεται όποιος κατέχει μίαν θέσιν, χωρίς να εξετάζεται ο τρόπος με τον οποίον την κατέλαβε την θέσιν αυτήν, έστω και αν την κατέλαβε νομίμως και με κόπον. Μπορούμε όμως μόνον και μόνον εκ της θέσεως να ονομάσωμεν κάποιον προσωπικότητα; Μπορεί να έχη υψηλήν θέσιν και εξωτερικήν συμπεριφοράν αδιάβλητον. Ποία όμως είναι η εσωτερική του ζωή; Είναι ταπεινός, ηθικός εν γενική και στενή εννοία; Η μέλλουσα κρίσις θα έχη φοβεράς αποκαλύψεις.
Φρονώ, ότι θα έπρεπε να γράφεται η βιογραφία των συνταξιούχων ή των κεκοιμημένων, οι οποίοι έδωκαν πλέον εξετάσεις εις την ζωήν και απεδείχθησαν άξιοι τιμής.
Με συγχωρήτε δια τα ανωτέρω.
Με αυτά δεν επικρίνω την προσπάθειάν σας.
Απλώς δίδω "σοφώ αφορμήν".
Απέφευγε, λοιπόν, να στέλη τα βιογραφικά του στοιχεία, γιατί ήταν πεπεισμένος ότι δεν είχε τελειώσει το έργο του, εκυοφορείτο για την άλλη ζωή. Και φυσικά κατά τον καιρό της κυοφορίας κανείς δεν μπορεί να γράφη για τον εαυτό του. Υπήρξε σε όλη του την ζωή ένας αθόρυβος Ιεράρχης, που έκανε όμως πολύ θόρυβο με την υπέροχη προσωπικότητά του.
Τελικά, τον αξίωσε ο Θεός να τελειώση το έργο του και να γράψη "φωτεινήν ιστορίαν" στο στερέωμα της στρατευομένης Εκκλησίας τόσο με την ζωή του όσο και με το οσιακό τέλος του. Η ιστορία αυτή είναι γραμμένη στην μνήμη και τις καρδιές του ποιμνίου του και των πνευματικών του τέκνων. Ο αείμνηστος Αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος έγραψε γι’ αυτόν ότι ήταν "μιά οσιακή μορφή της Ελλαδικής Εκκλησίας και ότι εδόξασε, δι’ όλης αυτού της ζωής, το όνομα του Θεού και ετίμησεν, όσον ολίγοι, την Ορθόδοξον Εκκλησίαν".
Και εφ’ όσον έγραφε πραγματικά και όχι φανταστικά "φωτεινήν ιστορίαν" και εξακολουθεί να είναι ενθρονισμένος στις καρδιές των Χριστιανών, γι’ αυτό, κατά την επιθυμία του, ασχολούνται άλλοι με αυτόν, κάνοντας υπακοή στον προφητικό του λόγο: "άς ασχοληθούν με εμέ άλλοι".
Αποφάσισα, λοιπόν, να ασχοληθώ με την οσιακή του ζωή και πολιτεία. Πολύ δε περισσότερο γιατί τον έζησα από πολύ κοντά δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια και είδα την θεομίμητη ζωή του. Άκουσα αποστολικούς λόγους από τα χείλη του, είδα οσιακή ζωή και βίωσα την ατμόσφαιρα του μαρτυρίου.
Τελικά, ήθελε δεν ήθελε, θα εφαρμοσθή και ο άλλος λόγος του, που απεδείχθη και αυτός προφητικός. Επειδή οι περισσότεροι συνεργάτες του είχαν κατά κόσμον το όνομα Γεώργιος και πολλές φορές χαριτολογώντας έλεγε: "θά το βρώ από Γιώργο", γι’ αυτό με αυτήν την πνευματική βιογραφία "τό βρίσκει από Γιώργο", δεδομένου ότι αυτό ήταν το κοσμικό μου όνομα. Με αγάπησε πολύ και ουσιαστικά με "έκαψε" φωτιστικά με την αγάπη και την οσιακή του ζωή.
Βέβαια, μετά την κοίμησή του δημοσίευσα ένα βιβλίο με τον τίτλο "Μαρτυρία ζωής", που ήταν μια αναφορά στην μεγάλη του προσωπικότητα και μια πρώτη φανέρωση της επισκοπικής του φυσιογνωμίας. Πάντοτε όμως είχα μέσα μου την επιθυμία να εκπληρώσω την αποστολή αυτή, το να παρουσιάσω ολόκληρη και συγκροτημένη την πνευματική του βιογραφία. Και το κάνω με την παρούσα έκδοση.
Στο παρόν βιβλίο προσπαθώ να δώ τον αείμνηστο Γέροντά μου από πολλές πλευρές. Ρίχνω φως σε πολλές αθέατες πλευρές της προσωπικότητός του. Και πάλι μπορώ να διαβεβαιώσω ότι δεν εξαντλείται μέσα σε αυτά όλη του η ζωή, όλο το ρεύμα της ζωής που περνούσε μέσα από την αγιασμένη του ύπαρξη.
Όλα τα κείμενα αυτά είναι γραμμένα με πολλή αγάπη και απέραντο σεβασμό. Κατά την διάρκεια της συγγραφής ρουφούσα αχόρταγα από την υπέροχη αυτή πηγή. Μεθούσα γράφοντας. Για μένα η παρουσίαση της βιογραφίας του, το γράψιμο γι’ αυτόν τον Ορθόδοξο Επίσκοπο ήταν μέθεξη, έκσταση. Πολλές φορές τον ζούσα, τον βίωνα, τον αισθανόμουν κοντά μου, τον έβλεπα στον ύπνο μου να με καθοδηγή, όπως το κάνει σε πολλά γεγονότα της ζωής μου. Για μένα αυτό το γράψιμο ήταν μέθεξη ζωής. Ήταν μια νοερά εξομολόγηση, αληθινή μυσταγωγία. Όταν άρχισα να γράφω, δεν μπορούσα να φαντασθώ ότι θα μπορούσα να γράψω τόσα πολλά. Αλλά, όπως είπα, το γράψιμο ήταν για μένα μέθη νηφάλιος. Δεν χρησιμοποιώ κούφιες λέξεις, χωρίς να καταλαβαίνω το νόημά τους. Ξέρω τί γράφω.
Η ένδοξη κοίμησή του τον απέδειξε μεγάλη εκκλησιαστική προσωπικότητα, όπως θα φανή στα επόμενα κεφάλαια. Και γι’ αυτό είναι άξιος τιμής. Επομένως, η παρουσίαση της βιογραφίας του είναι πλέον χρέος μου, οφειλή μου και υπακοή σ’ εκείνον, αλλά και στην αλήθεια την οποία εβίωσε. Έδωσε εξετάσεις στην ζωή του και πέτυχε. Εγράφη πλέον στο βιβλίο της αιωνίου ζωής. Το δαιμόνιο που έβγαλε με την προσευχή του, οι θαυματουργικές επεμβάσεις σε αρρώστους μετά την κοίμησή του φανερώνουν ότι δοξάστηκε από τον Θεό.
Και αν κανείς απορρίψη όλο το έργο του και όλες τις αρετές του, οπωσδήποτε πρέπει να σταθή σε μία που κρύβει όλο του το μεγαλείο. Είναι η αρετή της αυτομεμψίας. Οι φράσεις αυτοεξευτελισμού του, που συχνά έλεγε, αλλά κυρίως κατά τον καιρό της ασθενείας του, η αίσθηση ότι βρίσκεται στην Κόλαση και στον Άδη, η βίωση του Άδου και της Κολάσεως, όπως θα διαπιστώση ο αναγνώστης, είναι βίωμα των μεγάλων ασκητών της ερήμου. Και πρέπει κανείς να έχη μεγάλη πνευματική δύναμη, για να αντέξη αυτόν τον λογισμό και να μην απελπισθή. Πραγματικά, την μεγαλωσύνη του Γέροντα την βλέπω στην μεγάλη του αυτομεμψία, που είναι ακατανόητη από την λογική του κόσμου.
Σεβαστέ μακάριε Γέροντα,
Με την Χάρη του Θεού έγραψες "φωτεινήν ιστορίαν" και απεδείχθης άξιος τιμής. Γι’ αυτό γράφω την βιογραφία σου, αν καί, όπως έγραφες για κάποιον άλλον, "τά μεγάλα πρόσωπα δεν παρουσιάζονται με άρθρα, ακόμη ούτε και με βιβλία".
Έγραφα στην Αθήνα την 25 Ιουνίου 1992, ημέρα κατά την οποία χειροτονήθηκε Επίσκοπος ο αείμνηστος Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας Καλλίνικος
Αρχιμ. Ιερόθεος Σ. Βλάχος
Σύντομο βιογραφικό σημείωμα
Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρός Καλλίνικος (κατά κόσμον Δημήτριος) Πούλος γεννήθηκε στο χωριό Σιταράλωνα Αγρινίου από ευσεβείς γονείς. Ο παππούς του ήταν Ιερεύς του χωριού του και έτσι από μικρός ζυμώθηκε με το Ιερό Βήμα, το αναλόγι και γενικά με τον Ναό.
Αριστούχος στις γυμνασιακές και στις Πανεπιστημιακές του σπουδές, του έγινε πρόταση από τον Καθηγητή Βασίλειο Βέλλα να μεταβή στο εξωτερικό και να ακολουθήση καθαρά επιστημονική εξέλιξη. Απέρριψε αυτήν την πρόταση και προτίμησε την εκκλησιαστική διακονία.
Η πρόσκληση του αειμνήστου Μητροπολίτου Αιτωλοακαρνανίας κυρού Ιεροθέου τον συγκίνησε βαθύτατα και αφιερώθηκε κοντά του στο έργο του Γραμματέως της Ιεράς Μητροπόλεως και του λαϊκού Ιεροκήρυκος. Ακάματος και ζηλωτής, περιόδευε ολόκληρη την εκτεταμένη Μητροπολιτική Περιφέρεια, μέχρι τα πιο απομακρυσμένα χωριά της, κηρύττοντας τον θείο λόγο και μεταδίδοντας στον λαό την πλούσια προσωπική του εμπειρία.
Όταν στρατεύθηκε κατά το 1947 υπηρέτησε στα ΛΟΚ ως Ιεροκήρυξ με πολύ ζήλο και ηρωϊσμό. Χωρίς να υπολογίζη τους κινδύνους έφθανε μέχρι τις πρώτες γραμμές του μετώπου, για να κηρύξη τον θείο λόγο και να τονώση το θρησκευτικό φρόνημα των στρατιωτών μας, παράλληλα δε εκήρυττε και στους Ιερούς Ναούς των Περιφερειών όπου υπηρετούσε με μεγάλο κίνδυνο και ηρωϊκή αυταπάρνηση.
Το 1957 χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον αδελφό του Μητροπολίτη τότε Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος κ. Κωνσταντίνο και εν συνεχεία ανέλαβε το έργο του Πρωτοσυγκέλλου στην Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας, το οποίο άσκησε επιτυχώς μέχρι να εκλεγή Μητροπολίτης.
Λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του Μητροπολίτου Ακαρνανίας και της μεγάλης εμπιστοσύνης την οποία είχε αυτός προς τον Πρωτοσύγκελλό του, ο Καλλίνικος Πούλος διηύθυνε ουσιαστικά την Ιερά Μητρόπολη από το 1957 ως το 1961, όπου και διακρίθηκε για τα διοικητικά του προσόντα και την ευρύτητα των αντιλήψεών του.
Και μετέπειτα επί τοποτηρητείας του Άρτης Ιγνατίου (1961-1965) και του Μητροπολίτου Αιτωλοακαρνανίας Θεοκλήτου (από του 1965 και εν συνεχεία) εξακολούθησε την λαμπρά του δράση και εργασία. Μάλιστα ο τελευταίος, επειδή εκτίμησε τα πολλά του προσόντα, εισηγήθηκε την διχοτόμηση της Μητροπολιτικής του περιφερείας και την ανάθεση σε αυτόν της διαποιμάνσεως του ενός τμήματος της με έδρα το Αγρίνιο.
Και ως λαϊκός και ως Κληρικός εκήρυττε τακτικότατα στους Ιερούς Ναούς, αλλά και κάθε εβδομάδα στο Κέντρο Νεοσυλλέκτων Μεσολογγίου, όπου παρουσιάζονταν προς κατάταξη οι νέοι στρατιώτες.
Από το 1950 έως το 1967 υπήρξε τακτικός συνεργάτης των Εφημερίδων που εκδίδονταν στο Αγρίνιο και στο Μεσολόγγι, στις οποίες δημοσίευε ανελλιπώς άρθρα του θεολογικού, κοινωνικού και εθνικού περιεχομένου. Για μία εξαετία, από το 1960 ως το 1966, μιλούσε τακτικά από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Μεσολογγίου.
Παράλληλα, ασχολήθηκε με επιμέλεια με το έργο της εξομολογήσεως και της κατηχήσεως, καθώς επίσης και με την προσπάθεια δημιουργίας λειτουργικού πνεύματος μεταξύ των Ιερέων.
Την 25η Ιουνίου 1967 χειροτονήθηκε Επίσκοπος της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας στον Ιερό Ναό Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών κ. Διονύσιο, συνιερουργούντων και των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Κυθήρων κ. Μελετίου, Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος κ. Κωνσταντίνου, Κασσανδρείας κ. Συνεσίου και Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Θεοκλήτου.
Η ενθρόνισή του έγινε στην Έδεσσα την Κυριακή 16 Ιουλίου 1967.
Εποίμανε θεοφιλώς την λαχούσα σε αυτόν Ιερά Μητρόπολη και επέδειξεν ασυνήθη δραστηριότητα, ακάματη εργατικότητα και ιεραποστολικό ζήλο. Έζησε οσιακή ζωή και απέσπασε την αγάπη του ποιμνίου του.
Εκοιμήθη εν Κυρίω την 7η Αυγούστου 1984, κατόπιν επταμήνου ασθενείας, στο Νοσηλευτικό Ίδρυμα της Εκκλησίας της Ελλάδος. Στην εξόδιο ακολουθία, που έγινε την 10η Αυγούστου στον Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Σκέπης στην Έδεσσα, έλαβαν μέρος 29 Επίσκοποι, εκατοντάδες Ιερείς και χιλιάδες λαού από όλα τα μέρη της Ελλάδος.
Άφησε μνήμη πράου, ησύχου, προσηνούς, σώφρονος, σεμνού, αγαθού και αγίου Επισκόπου.