Ο Χατζηγιώργης επαρουσίαζε ως δόκιμος ποικίλα χαρίσματα. Η Χάρις του Θεού τον είχε επισκεφθεί εις πρώϊμον ηλικίαν.
Κάποτε, ενώ προσηύχοντο όλοι εις την καλύβην των, ποιούντες τον «κανόνα» των, ξημερώματα, εν καιρώ χειμώνος, ήκουσεν την φωνήν του Γέροντός του να λέγει: «Καλογέρια μου σώστε με». Έτρεξε και το είπε εις τον μεγαλύτερον παραδελφόν του, αλλά εκείνος, δυστυχώς, τον εμάλλωσε:
- Άντε πήγαινε, πλανεμένε, κάνε τον κανόνα σου. Και μη δίνεις σημασία…
Έκανε υπακοήν ο δόκιμος τότε Γαβριήλ (και μετέπειτα Χατζηγιώργης). Δια δευτέραν φοράν όμως ακούει σπαρακτικήν την φωνήν του Γέροντός του, να λέγει: «Καλογέρια μουσώστε με. Βρίσκομαι κοντά στον Σταυρό που είναι στον Ζυγό, πριν την Κερασιά και κινδυνεύω.Βοηθήστε με».
Πηγαίνει στον παραδελφόν του και του λέγει:
- Ο Γέροντάς μας κινδυνεύει και βρίσκεται ψηλά στον Σταυρό.
Εκείνος τον εμάλλωσε πολύ.
Τόσο πλανεμένος είσαι; Ακούς την φωνή του Γέροντος από τον Σταυρό, που απέχει δύο ώρες δρόμον; Τότε ο Γαβριήλ τον παρεκάλεσε.
Κάνε, πάτερ μου, ένα «σταυρωτό» κομποσχοίνι και δώσε προσοχή και θα δεις.
Πράγματι. Μόλις ήρχισε κι εκείνος να προσεύχεται λέγοντας την «ευχή» και έκανε ένα- δύο σταυρούς ήκουσε την απεγνωσμένην φωνήν του Γέροντος.
Αμέσως ετύλιξαν βέργες με σχοινιά γύρω από τα πόδια των, ώστε να μη βουλιάξουν
μέσα εις τα χιόνια, και εξεκίνησαν. Έκαναν περίπου μισήν ημέραν δια να φθάσουν από τα Καυσοκαλύβια μέχρι τον Σταυρόν. Το χιόνι είχε υπερβεί το μέτρον εις πολλά σημεία.
Ο Γέροντας των παπα-Νεόφυτος, ερχόμενος από την Αγίαν Άνναν προς την Κερασιάν, είχεν αποκάμει από την κούρασιν. Εβούλιαξε μέσα εις το χιόνι και δεν ηδύνατο να κινηθή. Όταν έφθασαν τα καλογέρια του ήτο παραχωμένος εις τα χιόνια και μετά βίας ανέπνεεν. Τον μετέφεραν κάτω εις την Κερασιάν, προσφέροντες εις αυτόν τας πρώτας βοηθείας, και εν συνεχεία εις τα Καυσοκαλύβια. Είναι γεγονός ότι εκείνο που έσωσε τον παπά-Νεόφυτον ήτο η προσευχή του Γαβριήλ (Χατζηγιώργη). (σελ.429)
Τόσο πλανεμένος είσαι; Ακούς την φωνή του Γέροντος από τον Σταυρό, που απέχει δύο ώρες δρόμον; Τότε ο Γαβριήλ τον παρεκάλεσε.
Κάνε, πάτερ μου, ένα «σταυρωτό» κομποσχοίνι και δώσε προσοχή και θα δεις.
Πράγματι. Μόλις ήρχισε κι εκείνος να προσεύχεται λέγοντας την «ευχή» και έκανε ένα- δύο σταυρούς ήκουσε την απεγνωσμένην φωνήν του Γέροντος.
Αμέσως ετύλιξαν βέργες με σχοινιά γύρω από τα πόδια των, ώστε να μη βουλιάξουν
μέσα εις τα χιόνια, και εξεκίνησαν. Έκαναν περίπου μισήν ημέραν δια να φθάσουν από τα Καυσοκαλύβια μέχρι τον Σταυρόν. Το χιόνι είχε υπερβεί το μέτρον εις πολλά σημεία.
Ο Γέροντας των παπα-Νεόφυτος, ερχόμενος από την Αγίαν Άνναν προς την Κερασιάν, είχεν αποκάμει από την κούρασιν. Εβούλιαξε μέσα εις το χιόνι και δεν ηδύνατο να κινηθή. Όταν έφθασαν τα καλογέρια του ήτο παραχωμένος εις τα χιόνια και μετά βίας ανέπνεεν. Τον μετέφεραν κάτω εις την Κερασιάν, προσφέροντες εις αυτόν τας πρώτας βοηθείας, και εν συνεχεία εις τα Καυσοκαλύβια. Είναι γεγονός ότι εκείνο που έσωσε τον παπά-Νεόφυτον ήτο η προσευχή του Γαβριήλ (Χατζηγιώργη). (σελ.429)
ΑΘΩΝΙΚΟΝ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΥ, ΕΚΔΟΣΙΣ Β
Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ AΓ. ΓPHΓΟPIOY ΠΑΛΑΜΑ, ΚΟΥΦΑΛΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1991
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΥ, ΕΚΔΟΣΙΣ Β
Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ AΓ. ΓPHΓΟPIOY ΠΑΛΑΜΑ, ΚΟΥΦΑΛΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1991