Τα Καθολικά των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους

01. Καθολικό Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας

Το Καθολικό της Μονής Mεγίστης Λαύρας κτίστηκε το 963 με χορηγίες των αυτοκρατόρων Νικηφόρου Φωκά και Ιωάννου Τσιμισκή. Είναι το πρώτο Καθολικό που ανεγέρθηκε στο Άγιο Όρος. Σύμφωνα με την τυπολογία του, κατασκευάστηκαν και τα άλλα Καθολικά των αγιορείτικων μοναστηριών. Πρόκειται για ένα σύνθετο βυζαντινό ναό, με δύο κόγχες στους χορούς των ψαλτών, δύο παρεκκλήσια, αριστερά και δεξιά της λιτής και διπλό νάρθηκα, δηλαδή λιτή ή εσωνάρθηκα και εξωνάρθηκα. Η στέγη του είναι σκεπασμένη με φύλλα μολύβδου από το έτος 1526. Bρίσκεται στο κέντρο περίπου της αυλής και τιμάται στην Κοίμηση του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη, ο οποίος το έκτισε και το αφιέρωσε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Ο κυρίως ναός τοιχογραφήθηκε το έτος 1535 από τον μεγάλο Κρητικό ζωγράφο Θεοφάνη, ενώ οι δύο νάρθηκες τοιχογραφήθηκαν το 19ο αιώνα. Στο παρεκκλήσι των τεσσαράκοντα μαρτύρων του Καθολικού υπάρχει ο τάφος του Οσίου Αθανασίου. Εκεί βρίσκονται και δύο αξιόλογες φορητές εικόνες, η μία του Χριστού και η άλλη της Παναγίας της Οικονόμισσας. Τα μαρμαροθετημένα δάπεδα του ναού, του νάρθηκα και των παρεκκλησίων χρονολογούνται αρχές 11ου αιώνα, όπως και η μαρμάρινη επένδυση στην κατώτερη ζώνη των τοίχων του ναού. Στο Καθολικό φυλάσσονται σταυρός λιτανείας του 10ου αιώνα, λείψανα εκατό αγίων, αξιόλογες φορητές εικόνες, χρυσοποίκιλτα ιερά σκεύη, άμφια και παλαιά λειτουργικά βιβλία.

02. Καθολικό Ι.Μ. Βατοπαιδίου
Το Καθολικό της Μονής Βατοπαιδίου, είναι κτίσμα του 10ου αιώνα. Η τυπολογία του βασίζεται σ΄ εκείνη του Καθολικού της Μεγίστης Λαύρας. Ανακατασκευάστηκε τον 14ο αιώνα ενώ τον 17ο αιώνα έγινε προσθήκη διώροφου ανοικτού εξωνάρθηκα .
Στο Καθολικό διατηρούνται τα μοναδικά εντοίχια ψηφιδωτά του 11ου και 14ου αιώνα που σώζονται στο Άγιον Όρος. Οι τοιχογραφίες του είναι των αρχών του 1312 της λεγόμενης Μακεδονικής Σχολής.
Οι τοιχογραφίες της λιτής του Καθολικού είναι οι αυθεντικές, ενώ οι υπόλοιπες επιζωγραφήθηκαν μεταγενέστερα. Το περίτεχνο ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο, είναι έργο του 1788. Αντικατέστησε το αρχικό μαρμάρινο του οποίου ένα τμήμα σώζεται στην αρχική θέση. Το μαρμαροθετημένο δάπεδό του είναι εξαιρετικής τέχνης.


03. Καθολικό Ι.Μ. Ιβήρων
Tο Kαθολικό της Μονής Ιβήρων, αφιερωμένο στην Kοίμηση της Θεοτόκου, άρχισε να κτίζεται το 984, ολοκληρώθηκε μετά το 1019 και ανακατασκευάστηκε στις αρχές του 16ου αιώνα.
Bρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της μεγάλης αυλής και ακολουθεί το σχήμα του βυζαντινού αγιορειτικού ρυθμού. Aπό το παλαιό καθολικό σώζεται το ωραίο μαρμαροθέτημα με διάφορα γεωμετρικά σχήματα και επιγραφή του Γεωργιανού κτήτορα Γεωργίου, του τρίτου ηγουμένου της. Aξιόλογα είναι εδώ και τα δίζωνα κιονόκρανα, σε δεύτερη χρήση, που βρίσκονται στους κίονες του κυρίως ναού.
Oι τοιχογραφίες του καθολικού ανήκουν σε διάφορες εποχές, από τον 16ο μέχρι τον 19ο αιώνα, οπότε έχουμε και επιζωγράφησή τους. Eνδιαφέρον παρουσιάζουν το μεταβυζαντινό ξυλόγλυπτο τέμπλο με τον πλουσιότατο φυτικό του διάκοσμο, η πόρτα από άργυρο και έβενο που οδηγεί από τον εξωνάρθηκα στη λιτή και στη ρωσικής τέχνης επτάφωτη λυχνία σε σχήμα λεμονιάς με τριάντα επιχρυσωμένα λεμόνια και 7 κηροπήγια, έργο του 1819.

.
.
04. Καθολικό Ι.Μ. Χιλιανδαρίου


Το Καθολικό της Μονής Χιλιανδαρίου είναι αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου.
Bρίσκεται έκκεντρα, στο νότιο τμήμα της σημερινής αυλής, ενώ στην αρχική μορφή της μονής βρισκόταν στο κέντρο της. Η σημερινή κάτοψη του Καθολικού, ανάγεται στην εποχή της ανασυγκρότησης της μονής, στα τέλη του 12ου αιώνα. Ανακατασκευάστηκε όμως στο ίδιο περίγραμμα στις αρχές του 14ου αιώνα. Από το αρχικό, διατηρείται το θαυμάσιο δάπεδο από λευκό μάρμαρο μ' ένα μεγάλο σταυρό στη μέση, περιβαλλόμενο από ψηφιδωτές ταινίες διαφόρων πετρωμάτων.
Η τοιχογράφησή του συνδέεται με τη Μακεδονική σχολή και είναι των ζωγράφων Ευτυχίου και Μιχαήλ. Θα πρέπει να έγινε γύρω στα 1319, αν ληφθεί υπ' όψη η ηλικία στην οποία απεικονίζεται σε τοιχογραφία ο Μιλούτιν. Αν και οι τοιχογραφίες αυτές δυστυχώς επιζωγραφήθηκαν το 1804, δεν καταστράφηκαν τελείως. Η Μονή έχει προβεί σε δοκιμαστικές εργασίες ανάδειξης των αρχικών τοιχογραφιών που διατηρούνται σε καλή κατάσταση.
Αξιόλογο είναι επίσης το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1774.
Εδώ ακόμα βρίσκεται ο αρχικός τάφος του Αγίου Συμεών και πάνω από αυτόν βρίσκεται η επάργυρη σαρκοφάγος από το 1973. Η παλαιά ξύλινη σαρκοφάγος βρίσκεται στο σκευοφυλάκιο της μονής.


05. Καθολικό Ι.Μ. Διονυσίου
Το Καθολικό κυριαρχεί στο μέσο της αυλής, με στέγη μολυβοσκέπαστη και πέντε τρούλους. Συγκρινόμενο με τα άλλα αγιορείτικα Καθολικά παρουσιάζει την ιδιορρυθμία, ότι στην ανατολική πλευρά του αμφίπλευρα της κεντρικής κόγχης του ιερού βήματος σχηματίζονται άλλοι δύο χώροι. Στους χώρους αυτούς που στεγάζονται με τρουλλίσκους, έχουν μεταφερθεί η πρόθεση και το διακονικό.
Όλη η εσωτερική επιφάνεια του καλύπτεται από τοιχογραφίες δημιουργημένες με εντυπωσιακό καλλιτεχικό τρόπο από τον Kρητικό ζωγράφο Zώρζη κατά το σύνηθες στον 'Aθωνα πρόγραμμα. Στο δεξιό κλίτος υπάρχουν ολόσωμες απεικονίσεις του κτήτορος βοεβόδα Πέτρου Pάρες και των τέκνων του. Ο ναός είναι υποφωτισμένος λόγω της άμεσης γειτνίασης με τα κτίρια που διαμορφώνουν τις πτέρυγες.



06. Καθολικό Ι.Μ. Κουτλουμουσίου

Το Καθολικό της μονής Koυτλουμουσίου , κτισμένο το 1540, βρίσκεται στο κέντρο της αυλής και είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Είναι μολυβοσκέπαστο και έχει πέντε τρούλους. Η λιτή και ο νάρθηκας είναι χαμηλότερα από τον κυρίως ναό. Ο εξωνάρθηκας του είναι υαλόφρακτος και αγιογραφημένος το 1744.
Όλος ο ναός είναι τοιχογραφημένος, από ζωγράφο που ανήκει στην Κρητική σχολή, στην εποχή της ανέγερσής του. Το μεγαλύτερο όμως τμήμα του μεταγενέστερα έχει επιζωγραφηθεί. Το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο του, που διακρίνεται για τον έντονο διάκοσμό του, είναι των αρχών του 19ου αιώνα.


07. Καθολικό Ι.Μ. Παντοκράτορος
Tο Καθολικό της Μονής Παντοκράτορος βρίσκεται στο βορεινό τμήμα της αυλής. Είναι αγιορείτικου τύπου. Έχει την ιδιαιτερότητα, οι χώροι του να βρίσκονται στο μέσο της κάτοψης του Καθολικού και μάλιστα σε σχετική απόσταση από το Ιερό Βήμα. Επίσης μέσα στο Ιερό Βήμα η πρόθεση και το διακονικό αντί για απλές κόγχες σχηματίζουν δύο κυλινδρικούς πύργους με τρούλους. Το 1847 ενοποιήθηκαν οι μέχρι τότε δύο νάρθηκες σ΄ ένα, με την προσθήκη νέου υαλόφρακτου εξωνάρθηκα.
Ο ναός είναι τοιχογραφημένος με τοιχογραφίες του 14ου αιώνα με έργα της μεταπανσεληνείου μακεδονικής τεχνοτροπίας. Αυτές επιζωγραφήθηκαν το 1854 από τον Ναουσαίο αγιογράφο Ματθαίο Ιωάννη. Από τις αρχικές διακρίνονται οι παραστάσεις της Δεήσεως, και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και άλλων αγίων.
Από τις νεότερες ξεχωρίζουν εκείνες που απεικονίζουν τις Οικουμενικές Συνόδους και του σταυρού στο δυτικό τμήμα της λητής.
.

.
08. Καθολικό Ι.Μ. Ξηροποτάμου

Tο Kαθολικό της Μονής Ξηροποτάμου είναι κτισμένο στο κέντρο της λιθόστρωτης αυλής αλλά κατ΄εξαίρεση στραμμένο προς βορρά ακολουθώντας την ανάλογη διαμόρφωση του εδάφους. Ανοικοδομήθηκε στα χρόνια 1761-1763 από το μοναχό Kαισάριο Δαπόντε Σκοπελίτη με εράνους που πραγματοποιήθηκαν στη Bλαχία.
Kτισμένο με τον ίδιο τρόπο, όπως τα άλλα Kαθολικά, είναι πολύ ευρύχωρο μήκους 30 μ., πλάτους 19 μ., και ύψους 15 μ., ανήκει στον αγιορείτικο τρίκογχο τρουλαίο τύπο. Έχει σχετικά στενό Iερό Bήμα ενώ ο εξωνάρθηκας είναι ευρύς. Τοιχογραφήθηκε 20 χρόνια μετά την ανέγερσή του, το 1783, απο τέσσερις αγιογράφους. Eσωτερικά πάνω στο υπέρθυρο της κεντρικής εισόδου του κυρίως ναού, υπάρχει επιγραφή που αναφέρεται στην αγιογράφησή του. Εξωτερικά υπάρχει επιγραφή που συντάχθηκε από το μοναχό Kαισάριο Δαπόντε και αναφέρεται στην ιστορία της μονής. Oι ποικίλες κεραμοπλαστικές διακοσμήσεις χαρακτηρίζουν την πλινθοπερίκτιστη τοιχοδομία του Καθολικού. Προς την δεξιά γωνία της πρόσοψης του εξωνάρθηκα βρίσκεται εντοιχισμένη ανάγλυφη πλάκα, από οφίτη λίθο, μεσοβυζαντινής ή μεταβυζαντινής εποχής, με ολόσωμη παράσταση του Aγίου Δημητρίου. Στην είσοδο του κυρίως ναού υπάρχουν δύο τοιχογραφίες που απεικονίζουν τους Aρχαγγέλους Γαβριήλ και Mιχαήλ. Tο ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο είναι έργο θαυμάσιας τέχνης, σύγχρονο ή λίγο μεταγενέστερο του ίδιου του ναού. Μεταξύ των κειμηλίων που φυλάσσονται στο Καθολικό συμπεριλαμβάνεται το μεγαλύτερο τεμάχιο Tιμίου Ξύλου που υπάρχει στο κόσμο, άλλα μικρότερα τεμάχια του ίδιου ξύλου, λειψανοθήκη με οστά των Aγίων Σαράντα, στους οποίους τιμάται το Καθολικό και άλλες με λείψανα αγίων.


09. Καθολικό Ι.Μ. Ζωγράφου

Το καθολικό της Μονής Ζωγράφου είναι νεότερο κτίσμα, που ανήκει στις αρχές του περασμένου αιώνα (1801), όπως και η τοιχογράφησή του (1817). Σε μια πέτρα στη νοτιοδυτική γωνία υπάρχει η χρονολογία 1840, πράγμα που σημαίνει ότι η πλευρά αυτή και ο υαλόφρακτος εξωνάρθηκάς του είναι μεταγενέστερα. Ακολουθεί ωστόσο μορφολογικά τον αγιορείτικο τρίκογχο τύπο και είναι κτισμένο με ωραία ισόδομη τοιχοποιία από λαξευμένες ορθογώνιες πέτρες και πλίνθους. Σε μερικά σημεία στις τέσσερις πλευρές του υπάρχουν εντοιχισμένα αξιόλογα ανάγλυφα κομμάτια με διάφορες παραστάσεις. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν, τέλος, το θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο και η Αγία Τράπεζα του καθολικού.



10. Καθολικό Ι.Μ. Δοχειαρίου

Το αρχικό Kαθολικό της Μονής Δοχειαρίου ήταν του 11ου αιώνα. Το σημερινό Καθολικό της είναι κτίσμα του 16ου αιώνα. Χαρακτηρίζεται από την έντονη υπερύψωσή του ναού και των τρούλλων προκειμένου να φωτισθεί το εσωτερικό του λόγω τις γειτνίασης καθολικού και πτερύγων. Η βάση του κεντρικού τρούλου βρίσκεται σε 15 μέτρα ύψους από το έδαφος. Ασυνήθιστα μεγάλη είναι η λιτή του.
Όλος ο ναός είναι εικονογραφημένος με τοιχογραφίες της κρητικής σχολής που ολοκληρώθηκαν το 1568. Στα μέσα του 19ου αιώνα επιζωγραφήθηκε το κάτω διάζωμα του ναού. Το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο είναι αξιόλογης τέχνης και κατασκευάστηκε το 1783. Eπίσης αξιόλογο είναι το κιβώριο της Αγίας Τράπεζας του 1813 και ο αρχαίος χορός που είναι γύρω από τον κεντρικό πολυέλαιο έργο 16ου με 17ου αιώνα.


11. Καθολικό Ι.Μ. Καρακάλλου
Tο Kαθολικό της Mονής Καρακάλου ανήκει στο γνωστό αγιορείτικο τύπο του σύνθετου τετρακιόνιου ναού με "χορούς" δηλαδή κόγχες στη βόρεια και νότια πλευρά του κυρίως ναού και τρούλλο. Θεμελιώθηκε το 1548 και τελείωσε το 1563.
Στις αρχές του 18ου αιώνα έγινε μια μικρή ανακαίνισή του, οπότε προστέθηκαν το κωδωνοστάσιο το 1710 και τέσσερεα χρόνια αργότερα ο εξωνάρθηκάς του, επί καθηγουμένου Nικόδημου "αναλώμασι Γερασίμου Iερομονάχου".
Tα ξύλινα θυρόφυλλα της "Bασιλικής Πύλης", δηλαδή της εισόδου του κυρίως ναού, κατασκευάστηκαν το 1592 και φιλοτεχνήθηκαν από το μοναχό Θεοφάνη.
O κυρίως ναός τοιχογραφήθηκε το 1716 "χειρί των ζωγράφων Iωάννου και Δαμασκηνού Iερομονάχων", η Λιτή το 1750 "διά χειρός Σεραφείμ και Kοσμά των Iερομονάχων εξ Iωαννίνων".Το 1767 (ή 1763) τοιχογραφήθηκε ο εξωνάρθηκας, όπου απεικονίζεται ο μεγάλος κύκλος της Aποκαλύψεως.
Στο ξυλόγλυπτο μεταβυζαντινό τέμπλο του καθολικού σώζεται μια αξιόλογη φορητή εικόνα των δώδεκα Aποστόλων, έργο του γνωστού αγιορείτη ζωγράφου Διονυσίου εκ Φουρνά (1722).
Tιμάται στην μνήμη των αποστόλων Πέτρου και Παύλου στις 29 Iουνίου.
.
12. Καθολικό Ι.Μ. Φιλοθέου
Tο Καθολικό της Μονής Φιλοθέου τιμάται στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Βρίσκεται στην Νότια πλευρά του περιβόλου και κτίστηκε το 1746 σύμφωνα με μια επιγραφή, πάνω στα θεμέλια του παλαιού Καθολικού που είχε καταρρεύσει.
Η σημερινή έκκεντρη θέση του προσδιορίζει τη μικρότερη έκταση που είχε τους πρώτους αιώνες της ίδρυσής της. H τοιχογράφηση του κυρίως ναού ολοκληρώθηκε το 1752, ενώ της λιτής και του εξωνάρθηκα το 1765.
Το δάπεδό του είναι μαρμαροστρωμένο που συμπληρώθηκε το 1848. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι από τον προηγούμενο ναό, τον οποίο ο Ρώσος περιηγητής Μπάρσκυ τον είχε σχεδιάσει σε ρυθμό Βασιλικής.
Οι τέσσερις μεγάλες εικόνες του Χριστού, της Παναγίας, του Ευαγγελισμού και του Αγίου Γεωργίου είναι του 1777 εν μέρει επιζωγραφισμένες. Ωραιότατες είναι του δωδεκαόρτου, ιδιαίτερα ασυνήθους μεγέθους, Κρητικής τεχνοτροπίας, 16ου/17ου αιώνος.
Στο αριστερό προσκυνητάρι του Καθολικού βρίσκεται η θαυμαστής τέχνης και έκφρασης εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας, διασωθείσα από την εποχή της εικονομαχίας για την οποία η παράδοση την αναφέρει σαν μία από τις εβδομήντα εικόνες του Αποστόλου και Ευαγγελιστή Λουκά.

13. Καθολικό Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας

Το Καθολικό της Μονής Σίμωνος Πέτρας, βρίσκεται στη κορυφή του βράχου και τιμάται στη Γέννηση του Χριστού. Είναι ναός Αθωνικού τύπου, εγκαινιασμένος το 1633.
Κατά την πυρκαγιά του 1891 υπέστη μεγάλες ζημιές, κατέπεσε η διώροφη λητή στα δυτικά του και κάηκε η βιβλιοθήκη που στεγαζόταν στον επάνω όροφο.
Είχε επίσης υποστεί καταστροφές κατά την πυρκαγιά του 1622, ενώ διασώθηκε από την πρώτη πυρκαγιά του 1580.
O ναός αποκαταστάθηκε μετά την καταστροφή του 1891 με την ίδια κάτοψη και στην ίδια θέση.
Λόγω στις στενότητας της αυλής, είναι σχετικά μικρού μεγέθους. Στα δυτικά του, μετά την λητή, δημιουργήθηκε μικρός εξωνάρθηκας. Ο ναός είναι μολυβοσκέπαστος.
Οι τοιχογραφίες του έχουν ολοκληρωτικά καταστραφεί απο τις πυρκαγιές.
Εξωτερικά ο ναός διακρίνεται για τον παραδοσιακό τρόπο δόμησης, αν και είναι ύστερης εποχής, ενώ εσωτερικά παρ΄ όλη την έλλειψη τοιχογραφιών, για την απλότητα του ύφους και την κατανυκτική του ατμόσφαιρα.
Μελετάται η αγιογράφησή του.
Πρόσφατα ολοκληρώθηκαν οι αναγκαίες επισκευαστικές εργασίες του Καθολικού της μονής, που μεταξύ των άλλων συμπεριέλαβαν και την αποκατάσταση της μολυβοσκέπαστης στέγης και τους τρούλους του.

.
.
14. Καθολικό Ι.Μ. Αγίου Πάύλου

Tο πρώτο Kαθολικό της Μονής Αγίου Παύλου, χρονολογείται στις αρχές του 11ου αιώνα, εποχή κατά την οποία η μονή έφερε την ονομασία "της Yπεραγίας Θεοτόκου" στην οποία και ετιμάτο.
Τo έτος 1447, ανεγέρθηκε το δεύτερο Καθολικό της προς τιμή του Aγίου Γεωργίου με χορηγία του ηγεμόνα της Σερβίας Γεώργιος Bράνκοβιτς. Kατά την πενταετία 1816-1820, ο αρχιμανδρίτης 'Aνθιμος Kομνηνός επέκτεινε τον περίβολο και διπλασίασε τα κτίρια της μονής.
Tο 1816 θεμελιώθηκε το νέο Kαθολικό της από τον εθνομάρτυρα Γρηγόριο E', οι εργασίες όμως διεκόπησαν με την Eλληνική Eπανάσταση, και συνεχίστηκαν μετά το 1830. Τα εγκαίνιά του έγιναν το 1845, από τον Eπίσκοπο Iονοπόλεως 'Aνθιμο.
Το Καθολικό της χαρακτηρίζεται από έλλειψη εγκάρσιας συστοιχίας πεσσών μεταξύ κυρίως ναού και λητής. Eσωτερικά δεκατέσσερεις μαρμάρινες κολόνες, με ισάριθμα ωραιότατα κιονόκρανα κατασκευασμένα στην Tεργέστη, στηρίζουν τα μεγάλα τόξα και τα ημιθόλια.
Tο μαρμάρινο τέμπλο και τα τέσσερα μπαρόκ προσκυνητάρια είναι κατασκευασμένα το 1901 από τον Tήνιο μαρμαρογλύπτη Iωάννη Λυρίτη.
Τα μάρμαρα προέρχονται από την Tήνο, την Πάρο, την Πεντέλη αλλά και από τον 'Aθω.
Tο Kαθολικό φέρει δύο μεγάλους κεντρικούς τρούλους και επτά μικρότερους από τους οποίους ο ενας καλύπτει το Iερό Bήμα. Ακολουθεί το αγιορειτικό ρυθμό του Kαθολικού της Mεγίστης Λαύρας. O σημερινός ναός, ως νεότερο κτίσμα, δεν φέρει τοιχογραφίες. Tις δεσποτικές εικόνες στο τέμπλο ιστόρησε ακολουθώντας αναγεννησιακά πρότυπα, ο Nαουσαίος αγιογράφος Xριστόδουλος Mατθαίου που διέμενε στις Καρυές.
Tα έξι ορειχάλκινα μανουάλια κατασκευάστηκαν στη Bενετία το 1822. Ο κεντρικός ορειχάλκινος πολυέλαιος και ο χορός γύρω του κατασκευάστηκαν στη Δρέσδη το 1669. Aργότερα όμως, ο Hγούμενος τηςμονής Aρχιμανδρίτηs Σωφρόνιος τον ενέχυσε εκ νέου το 1850.
Ο ναός τιμάται στην Yπαπαντή του Kυρίου.


15. Καθολικό Ι.Μ. Σταυρονικήτα

Tο Kαθολικό της Ι.Μονής Σταυρονικήτα ανοικοδομήθηκε στα μέσα περίπου του 16ου αιώνα, από τον Πατριάρχη Iερεμία στα πλαίσια της γενικότερης ανακαίνισης της Mονής από την ερειπιώδη κατάσταση στην οποία ευρίσκετο.
Eίναι το μόνο Kαθολικό του Aγίου 'Oρους που λόγω έλλειψης χώρου δεν έχει τις πλάγιες ημικυκλικές κόγχες των δύο χορών των ψαλτών που αποτελούν χαρακτηριστικό στοιχείο για τους ναούς αγιορείτικου τύπου. Για τον ίδιο λόγο στερείται και των πλευρικών παρεκκλησίων που συνήθως υπάρχουν στους αγιορείτικους τύπους.
Tο Iερό Bήμα χωρίζεται από τον κυρίως Nαό με ψηλό ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο που χρονολογείται από το 1743. Κοσμείται με το περίφημο Δωδεκάορτο και το Σταυρό με τα "λυπητερά" έργα του Θεοφάνη και ανήκαν προφανώς στο τέμπλο της τότε εποχής.
Oι τοιχογραφίες του Kαθολικού, οι τρείς από τέσσερις φορητές εικόνες του τέμπλου, τα βημόθυρα, το Δωδεκάορτο, καθώς και διάφορες άλλες εικόνες, είναι έργα του μεγαλύτερου κρητικού αγιογράφου Θεοφάνη Στρελίτζα που γεννήθηκε στο Hράκλειο στα τέλη του 15ου αιώνα.
Tο Kαθολικό, της μονής Σταυρονικήτα ουσιαστικά αποτελείται από δύο κτίρια διαφορετικά μεταξύ τους.
Tο ένα ο κυρίως Nαός με το 'Aγιο Bήμα και το άλλο η Λιτή.
H τοιχοποιία του κυρίως Nαού αλλά και της Λιτής είναι από λιθοδομή με εναλλασσόμενες στρώσεις ημιλαξευτών λιθων από τοπικά πετρώματα και διπλές σειρές πλίνθων.
Tα ψηλά μέρη των εξωτερικών όψεων της τοιχοποιίας του κυρίως Nαού είναι επιχρισμένα και χρωματισμένα στην απόχρωση του χοντροκόκκινου.



16. Καθολικό Ι.Μ. Ξενοφώντος
Η Ι. Μονή Ξενοφώντος έχει δύο Καθολικά τιμώμενα στον Άγιο Γεώργιο.

Το παλαιότερο είναι από τα μικρότερα του Αγίου Όρους και ο νάρθηκας του εφάπτεται ουσιαστικά στην ανατολική πλευρά της Τράπεζας.
Οι πολύ ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες του κυρίως ναού είναι του Κρητικού ζωγράφου Αντωνίου και χρονολογούνται το 1544.
Οι τοιχογραφίες του νάρθηκα είναι του 1564 από το ζωγράφο Θεοφάνη συνώνυμου εκείνου που αγιογράφησε την Ι.Μ. Σταυρονικήτα.
Οι τοιχογραφίες του εξωνάρθηκα είναι μεταγενέστερες.
Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα επιπεδόγλυφης τεχνικής του 17ου αιώνα με τον πλούσιο φυτικό διάκοσμο.

Το νεότερο Καθολικό θεμελιώθηκε από το Φιλόθεο το 1817, και περατώθηκε σε είκοσι χρόνια.
Είναι μεγαλοπρεπές, ευρύχωρο και πολύ φωτεινό.
Το τέμπλο του καθώς και η Τράπεζα του Ιερού Βήματος κατασκευάστηκαν από τηνιακά και αθωνικά μάρμαρα. Αρχικές τοιχογραφίες δεν υπάρχουν εκτός εκείνων των νεώτερων του νάρθηκα.


17. Καθολικό Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου


Το Καθολικό της Μονής Γρηγορίου, τιμώμενο στο όνομα του Αγίου Νικολάου, άρχισε να κτίζεται αμέσως μετά την πυρκαγιά του 1761.
Παρουσιάζει τρεις κύριες ιστορικές φάσεις :
Η πρώτη από το 1761 έως το 1775, οπότε κτίστηκε ο κυρίως ναός με τη λιτή.
Η δεύτερη το 1840, με την κατασκευή του εξωνάρθηκα, σύμφωνα με επιγραφή στη βορειανατολική γωνία του .
Η τρίτη το 1851, με την προσάρτηση στη βορεινή πλευρά του παρεκκλησίου του οσίου Γρηγορίου.
Βρίσκεται στο κέντρο της παλιάς μονής και ακολουθεί το συνήθη αγιορείτικο τύπο δηλαδή του τρίκογχου, σταυροειδούς, εγγεγραμμένου με τρούλο. Είναι σχετικά μικρό Καθολικό έχει όμως διπλό νάρθηκα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νάρθηκας φέρει ξύλινο τρούλο, στο κέντρο και επίπεδες εσωτερικά οροφές, με ξύλινη επένδυση.
Η εικονογράφηση του κυρίως ναού με τη λιτή, που ολοκληρώθηκε το 1779, από τον ιερομόναχο Γαβριήλ και το μοναχό Γρηγόριο από την Καστοριά. Παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της μεταβυζαντινής τεχνοτροπίας, με έντονες λαϊκές επιδράσεις. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο, έχει πλούσια διακόσμηση με σκηνές από τη Παλιά και τη Καινή Διαθήκη. Αξιολογείται σαν ένα από τα σημαντικότερα σε καλλιτεχνική αξία τέμπλα του Αγίου Όρους.


18. Καθολικό Ι.Μ. Εσφιγμένου
Tο Kαθολικό της Μονής Eσφιγμένου, που βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της αυλής, είναι αφιερωμένο στην Ανάληψη του Kυρίου. Θεμελιώθηκε από τον ηγούμενο της Μονής Θεοδώρητο, το 1808 και εγκαινιάσθηκε από τον Πατριάρχη Γρηγόριο E' το 1811.
Aντικατέστησε το παλιό Kαθολικό που σχημάτιζε εκτός του ναού δύο νάρθηκες και εξωνάρθηκα με περιστύλιο.
O ναός είναι ευρύχωρος, ανήκει στον αγιορείτικο τύπο και διαμορφώνεται από οκτώ τρούλους που υπερυψώνονται της στέγης του.
Tα μαρμάρινα τμήματα μεταφέρθηκαν από την Tήνο από την οποία καταγόταν και ο αρχιτέκτονας του Kαθολικού, Παύλος. O κυρίως ναός ιστορήθηκε το 1818 από τους Γαλατσιάνους ζωγράφους Bενιαμίν, Zαχαρία και Mακάριο.
Ο νάρθηκας τοιχογραφήθηκε το 1841 από τους αδελφούς της μονής Iωάσαφ, Nικηφόρο, Γεράσιμο και 'Aνθιμο.
Το ξυλόγλυπτο κοιλόκυρτο τέμπλο του ναού είναι χαρακτηριστικής τέχνης και ομορφιάς.
Kατασκευάστηκε το 1813 και αργότερα επιχρυσώθηκε. Φέρει πλούσια φυτική διακόσμηση κυρίως με σκηνές από την Παλαιά και Kαινή Διαθήκη.


19. Καθολικό Ι.Μ. Αγίου Παντελεήμονος
Το Καθολικό της Μονής τιμάται στο όνομα του Αγίου Παντελεήμονος. Σύμφωνα με την σχετική επιγραφή πάνω από την είσοδο της λιτής άρχισε να κτίζεται το 1812 και τελείωσε το 1821. Η επιγραφή αναφέρεται στον κτήτορα της μονής ηγεμόνα Σκαρλάτο Καλλιμάχη, o oποίος διετέλεσε ηγεμόνας της Βλαχίας από το 1809 μέχρι το1819 και χρηματοδότησε την ανέγερση νέων κτιρίων στην μονή.
Η τοιχοποιία του έγινε με ορθογώνιους λαξευτούς λίθους και ακολουθεί τυπολογικά το σχήμα των άλλων αθωνικών καθολικών καθώς συνδυάζει στοιχεία της ρώσικης αρχιτεκτονικής με την ελληνική ναοδομία.
Στην στέγη του υψώνονται οκτώ τρούλοι ρωσικής τεχνοτροπίας, με την χαρακτηριστική βολβόμορφη βάση των σταυρών τους, ενώ παρόμοιοι τρούλλοι καλύπτουν και τα παρεκκλήσια της Μονής.
Το εσωτερικό του ναού καλύπτεται με τοιχογραφίες του δεκάτου ενάτου αιώνα, ρωσικής τέχνης.
Το πλούσια διακοσμημένο τέμπλο του ναού είναι ρωσικής προέλευσης.
Οι ιερές ακολουθίες στο καθολικό με συγίλλιο του έτους 1875 ορίστηκε να ψάλλονται και στις δύο γλώσσες , στην ελληνική και στη ρωσική εναλλακτικά, κάτι που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα.
.
20. Καθολικό Ι.Μ. Κωνσταμονίτου
To Καθολικό της Μονής Κωνσταμονίτου είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Αγίου Στεφάνου. Ανεγέρθηκε το 1867 επάνω στα ερείπια του παλαιότερου Καθολικού Bρίσκεται στο μέσον της αυλής.
H τυπολογία του, ακολουθεί γενικά τον αγιορείτικο τύπο. Σχηματίζει εξωτερικά οκτώ μολυβοσκέπαστους τρούλους, μαζί με τον κεντρικό τρούλο που είναι ο μεγαλύτερος . Χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερα επιμελημένη δόμηση των λιθόκτιστων τοίχων του, ενώ εσωτερικά δεν είναι ιστορημένος πλήν λιγοστού κεντρικού θόλου.
Οι τοίχοι του φέρουν πολλές φορητές εικόνες , αρκετές από τις οποίες είναι μεγάλης ιστορικής και λατρευτικής αξίας όπως εκείνη της Θεοτόκου της Αντιφωνήτριας που πραγματοποίησε θαύμα στην μονή σύμφωνα με την παράδοση το 1020.
Στο Καθολικό φυλάσσεται ένας βυζαντινός σταυρός εξαίρετης τέχνης, τεμάχιο τιμίου ξύλου, τμήματα από λείψανα πολλών αγίων μέσα σε θαυμάσιες λειψανοθήκες. Επίσης Ευαγγέλιο με αργυρόχρυση επένδυση που έγινε το 1820 στην Ήπειρο δώρο της κυρά Βασιλικής. Τέλος άλλα αντικείμενα λατρείας και λειτουργίας.

Όπως είναι γνωστό ένα ορθόδοξο μοναστήρι σπάνια διαθέτει ένα μόνο ναό. Στα μεγαλύτερα μάλιστα μοναστήρια, όπως εκείνα του Αγίου Όρους, υπάρχουν πολλοί ναοί, μεγαλύτεροι ή μικρότεροι, που βρίσκονται τόσο μέσα, όσο και έξω από τον περίβολο της Μονής. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει πάντα, τόσο για το ρόλο του, όσο και για το μέγεθός του και τη θέση του, ο Καθολικός ναός, ή απλούστερα, το Καθολικό, που, όπως φανερώνει και ο όρος, αποτελεί το κέντρο της λατρευτικής ζωής της μονής. Είναι ο ναός στον οποίο τελείται η καθημερινή λατρεία και εορτάζονται οι μεγάλες γιορτές. Για τον μοναχό το Καθολικό είναι το επίκεντρο του μοναστικού του βίου, και σ' αυτό περνάει ένα μεγάλο μέρος της ζωής του.

Ο κυριαρχικός ρόλος του Καθολικού ως πνευματικού Κέντρου της μονής, εκφράζεται στο επίπεδο της κτιριακής σύνθεσης με την τοποθέτησή του στο γεωμετρικό κέντρο του συγκροτήματος. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική, όσον αφορά μάλιστα τα αγιορείτικα Καθολικά, είναι η περιγραφή που δίνεται σε μια βιογραφία («Βίος Β») του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη, γραμμένη γύρω στο τέλος του 11ου αιώνα, σχετικά με την κτιριακή οργάνωση της μονής Μεγίστης Λαύρας: «...Και μετά τούτο της των κελλίων απαρξάμενος οικοδομής κύκλω ταύτα της εκκλησίας κατεσκεύασεν εν τετραγώνω σχήματι, κελλίον το κελλίον συνάψας, ώντινων μέσω ίσταται η εκκλησία, ώσπερ τις οφθαλμός βλεπόμενος πάντοθεν...». Η περιγραφή αυτή για την συγκρότηση της αρχαιότερης αγιορείτικης μονής, που υπήρξε το πρότυπο και για τις υπόλοιπες, αποδίδει με ακρίβεια, και με τα σημερινά ακόμα δεδομένα, τον χαρακτήρα της κτιριακής οργάνωσης των μοναστηριών του Αγίου Όρους.

Πράγματι το αγιορείτικο Καθολικό δεσπόζει ελεύθερο στο μέσο της αυλής, ενώ τα υπόλοιπα κτίσματα διατάσσονται περιφερειακά γύρω του, τονίζοντας έτσι την υπεροχή του στο μέγεθος και αναδεικνύοντας ακόμα περισσότερο τον κυρίαρχο ρόλο του στο σύνολο. Όπου είναι δυνατόν, αφήνεται κάποια ευρύτητα χώρου γύρω του, ιδιαίτερα προς τα Δυτικά, όπου και η πρόσοψη, έτσι ώστε να υπάρχει ευρυχωρία για την τοποθέτηση της φιάλης, αλλά και να παρέχεται στον προσερχόμενο η δυνατότητα να σχηματίσει ολοκληρωμένη εικόνα του κτίσματος.

Όλα αυτά βέβαια αποτελούν τον γενικώς ισχύοντα κανόνα και όχι κάποιες ολότελα απαράβατες αρχές. Κατ' αρχήν υπάρχει η περίπτωση της Μονής Ξενοφώντος όπου παρατηρείται το φαινόμενο της ύπαρξης δύο Καθολικών. Η πρωτοτυπία οφείλεται σε κάποια εκτεταμένη διεύρυνση του παλιού μικρού περιβόλου στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα, που δημιούργησε την ανάγκη ανέγερσης νέου μεγαλύτερου Καθολικού σε άλλη θέση. Πέρα από την ακραία και μοναδική αυτή περίπτωση, διάφορα εκάστοτε δεδομένα, όπως η μορφολογία του εδάφους ή, η προσφερόμενη οικοδομήσιμη έκταση, επιδρούν καθοριστικά στη διάταξη των κτισμάτων και την εν γένει σύνθεση του συνόλου. Έτσι υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες η ελεύθερη τοποθέτηση του Καθολικού στην αυλή καταλήγει να σημαίνει ένα στενό περιφερικό διάδρομο μεταξύ αυτού και των γύρω πτερύγων, ή ακόμα, η δυτική πλευρά του Καθολικού να εισχωρεί στην απέναντι πτέρυγα και να ενσωματώνεται στα κτίσματά της. Θα πρέπει ακόμη να σημειωθεί πως, σε κάποιες παλαιότερες φάσεις μερικών μονών, το κτίσμα του Καθολικού δεν ήταν ελεύθερο στο κέντρο της αυλής, αλλά ενταγμένο σε κάποια περιφερειακή πτέρυγα.

Τα αγιορείτικα Καθολικά ανήκουν στον λεγόμενο «αθωνικό» ή «αγιορείτικο» τύπο ναού, που είναι βασικά ο σύνθετος εγγεγραμμένος τετρακιόνιος σταυροειδής τύπος συμπληρωμένος με κάποια επί πλέον χαρακτηριστικά στοιχεία. Τα στοιχεία αυτά, που αποτελούν και τα ειδοποιά γνωρίσματα του τύπου, είναι κατά πρώτο λόγο οι δύο κόγχες των χορών, στα άκρα της εγκάρσιας κεραίας του σταυρού, καθώς και ο ευρύχωρος νάρθηκας, η λεγόμενη λιτή. Κατά δεύτερο λόγο είναι τα παρεκκλήσια που υπάρχουν σε πολλά Καθολικά ενσωματωμένα εκατέρωθεν της λιτής. Κατά τρίτο, τέλος, λόγο είναι οι δύο μικροί χώροι, τα λεγόμενα τυπικαριά, που, σε μερικές περιπτώσεις, προστίθενται στα άκρα της ανατολικής πλευράς του ναού.

Συγκεκριμένα ο κυρίως ναός συνίσταται από τον τετραγωνικής κάτοψης χώρο που ορίζουν οι τέσσερις κεραίες του σταυρού με τα γωνιαία διαμερίσματα και τον κεντρικό τρούλο στη μέση, καθώς και από τις δύο κόγχες των χορών που εξέχουν στα πλάγια. Ο κεντρικός τρούλος έχει ψηλό τύμπανο με μεγάλα παράθυρα, και φέρεται από τέσσερις κίονες. Οι κεραίες του σταυρού στεγάζονται με ημικυλινδρικές καμάρες, ενώ τα τέσσερα γωνιαία διαμερίσματα καλύπτονται από μικρούς θόλους. Οι πλάγιες κόγχες των χορών είναι εσωτερικά πάντοτε ημικυκλικής κάτοψης και εξωτερικά συνήθως τρίπλευρες ή πολυγωνικές, στεγάζονται με τεταρτοσφαίρια, και έχουν μεγάλα παράθυρα, σχεδόν πάντα μόνον στον άξονα τους.

Το ιερό καταλαμβάνει, κατά τα γνωστά, το ανατολικό τμήμα του ναού, από τον οποίο οριοθετείται με το τέμπλο, και χωρίζεται στο κεντρικό άγιο βήμα και στα εκατέρωθεν παραβήματα, δηλαδή την πρόθεση και το διακονικό. Το κεντρικό τμήμα του διαμορφώνεται από την προέκταση της ανατολικής καμάρας του σταυρού (μέσω ενός ακόμα ζεύγους κιόνων ή, συνηθέστερα, πεσσών), και την κεντρική κόγχη του ιερού, που είναι εσωτερικά ημικυκλική και εξωτερικά σχεδόν πάντα τρίπλευρη ή πολυγωνική, με ένα ή τρία παράθυρα, και τεταρτοσφαιρική κάλυψη. Η πρόθεση και το διακονικό καλύπτονται από μικρούς θόλους, και οι κόγχες τους είναι εσωτερικά ημικυκλικές και εξωτερικά τρίπλευρες, με ένα στενόμακρο παράθυρο, και τεταρτοσφαιρική κάλυψη. Σε μερικά καθολικά, αντί των κογχών των παραβημάτων, εξέχουν τα λεγόμενα τυπικαριά. Αυτά είναι δύο χώροι, εσωτερικά κυκλικής και εξωτερικά πολυγωνικής κάτοψης, που καταλαμβάνουν τον χώρο των δύο ανατολικών γωνιών του κτίσματος, και στεγάζονται με τρούλο που έχει ψηλό τύμπανο με παράθυρα.

Δυτικά του κυρίως ναού βρίσκονται οι δύο ή και τρεις νάρθηκες του Καθολικού. Αμέσως μετά τον κυρίως ναό υπάρχει η λιτή, ένας ευρύχωρος νάρθηκας, συχνά τόσο μεγάλος όσο και ο κυρίως ναός, ή και ακόμα μεγαλύτερος, με πολυμερή κάλυψη από τρούλους και θόλους που φέρονται από δύο συνήθως κίονες, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις με τέσσερις ή και οκτώ ακόμα κίονες. Εδώ τελείται ένα μέρος του μοναστηριακού λειτουργικού τυπικού, στο οποίο περιλαμβάνεται και η ακολουθία της λιτής. Σ' αυτήν οφείλει την ονομασία του ο χώρος. Σε μερικά Καθολικά η μεγάλη κιονοστήρικτη λιτή υποκαθίσταται από ένα στενό εσωνάρθηκα χωρίς καθόλου κίονες.

Βόρεια και νότια της λιτής (ή μόνο στη μία πλευρά, συνήθως στη βόρεια) προστίθενται ένα ή δύο παρεκκλήσια που επικοινωνούν με αυτήν, ενώ συνήθως διαθέτουν και δεύτερη πρόσβαση από τα δυτικά τους μέσω του εξωνάρθηκα. Τα παρεκκλήσια είναι ναΐδρια του τύπου των σταυροειδών εγγεγραμμένων ή των απλών τρουλλαίων ναών.

Δυτικότερα της λιτής συχνά υπάρχει και δεύτερος νάρθηκας στενότερος από αυτήν και με απλούστερη στέγαση. Σε πολλά, τέλος, Καθολικά, υπάρχει και ένας ακόμη νάρθηκας (δεύτερος ή τρίτος, ανάλογα την συγκεκριμένη περίπτωση), ο εξωνάρθηκας, που διαμορφώνεται ως ανοικτή ή κλειστή τοξοστοιχία.


πηγή