"Και πριν αρχίσει ο πόλεμος, θυμίσου, ο Ησαΐας να βγη ψηλά στο ξέφαντο κι εκείθε να κηρύξη τον φοβερόν τον όρκο μας, για να γνωρίση ο κόσμος ότι το ράσο του παπά κι η μίτρα του Δεσπότη θα γεννούν χάρου φλάμπουρο και σκιάχτρο και σκοτάδι και κατασάρκι μελανό στην Αγια Τράπεζά μας όσο σ' αυτά τα χώματα δαφνοστεφανωμένη η δουλωμένη εκκλησιά το μέτωπο δε δείξη". (Απ.Βαλαωρίτη, "Έργα")
Δεν αρκούν λίγες σελίδες για να περιλάβουν το βίο και το έργο του Ησαΐα. Ο αγνός αυτός πατριώτης, ο πολεμάρχης κληρικός και εθνικός κήρυκας της Επανάστασης του '21, ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας, υπήρξε όντως μια μεγάλη μορφή του Αγώνα.
Σαν παραμύθι μοιάζει η ιστορία που ακολουθεί παραμύθι γιατί περιέχει τη γοητεία της υπερβολής και του μεγαλείου, που γαλουχώντας διαδοχικά γενιές των προγόνων μας φτάνει κάποτε ως τις μέρες μας.

Γύρω στα 1750, καθώς ξημέρωναν Χριστούγεννα, ένας λεβεντόπαπας από τη Δεσφίνα, ο παπα-Στάθης, γύριζε βιαστικά από την Αντίκυρα, καβάλα στο μουλάρι του, να λειτουργήσει στης Δεσφίνας την εκκλησιά. Το χιόνι έπεφτε πυκνό τριγύρω. Ξάφνου άκουσε μια φωνή να ζητάει βοήθεια. Πλησίασε και βρήκε μέσα σε μια σπηλιά τον Αρβανίτη Αλή, ζαμπίτη της Αντίκυρας, να καίγεται στον πυρετό. Ο παπα-Στάθης φόρτωσε τον Αλή στο μουλάρι, τον ανέβασε στη Δεσφίνα και τον περιποιήθηκε στο σπίτι του σώζοντάς τον από βέβαιο θάνατο. «Βουνό με Βουνό δεν συναντιέται, άνθρωπος με άνθρωπο ανταμώνουν», είπε όταν συνήρθε ο Aρβανίτης Αλής στον παπα-Στάθη.. Όμως οι δυο τους δεν έλαχε ποτέ να επανανταμώσουν. Ο θρύλος σταματάει εδώ για να συναντήσει αργότερα την ιστορία.